- μαγκλάρας
- και μαγκλαράς, ο1. άνδρας ψηλός και άχαρος, ασουλούπωτος2. ρωμαλέος, ψηλόκορμος άνδρας.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεγεθυντικό τού μέγκλος* «θαυμάσιος άνθρωπος», με αφομοιωτική τροπή τού -ε σε -α-].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Dimos Manglaras — Dimosthenis Dimos Manglaras (Greek: Δημοσθένης Δήμος Μαγκλάρας; born 3 June 1940, in Katerini) is a former Greek long jumper. At the 1960 Summer Olympics in Rome he ranked 11th, and at the 1964 Summer Olympics in Tokyo he didn t pass the… … Wikipedia
μαντράχαλος — και μαντραχαλάς, ο (ειρωνικά για πρόσ.) πολύ ψηλός και άχαρος, κρεμανταλάς, μαγκλαράς. [ΕΤΥΜΟΛ. < μάντρα + χαλί «διχαλωτό ξύλο στις μάντρες για ανάρτηση» (για τη σημ. τής λ. πρβλ. κρεμανταλάς] … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Αθλητισμός — Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων είναι πολλές. Πολλά από τα αθλήματα, όπως το τρέξιμο, το ακόντιο και η… … Dictionary of Greek